Η πρόκληση και η πρόσκληση της τοπικής ιστορίας
Τα καλοκαιρινά μικρά τοπικά συνέδρια σε νησιά και χωριά δεν είναι ασυνήθιστα. Για τους εποχικούς επισκέπτες αποτελούν ένα κάποιο αντίβαρο στην ομοιομορφία της τουριστικής κουλτούρας ή των φολκλορικών εκδηλώσεων. Υπάρχει όμως θέση σ’ αυτά για τους μόνιμους κατοίκους ή γίνονται ερήμην τους; Αυτός ο προβληματισμός υπήρξε στην αφετηρία του τριήμερου συμπόσιου Η άγνωστη Άνδρος, (Όρμος Ζόργκος, 23-25 Αυγούστου, οικισμός Αιγαία).
Η τοπική ιστορία σήμερα διαφέρει από εκείνη που κυριαρχούσε πριν από δυο-τρεις δεκαετίες...
...Εκτός από λίγες εξαιρέσεις (ενδεικτικά: Επτάνησα και Κρήτη) η παλιά τοπική ιστορία ήταν προϊόν πολυμάθειας. Εκτεινόταν από την αρχαιότητα έως τη σύγχρονη εποχή, από ιστορία έως λαογραφία. Συνήθως εξειδίκευε το αφήγημα της εθνικής ιστορίας σε τοπικό επίπεδο. Βέβαια και η ιστοριοδιφία αναδεικνύει κάποτε σημαντικά ευρήματα.
Η σημερινή πάντως τοπική ιστορία, στις περισσότερες περιπτώσεις, παρουσιάζει μεγαλύτερη εξειδίκευση, βασίζεται κυρίως σε αρχειακή ή αρχαιολογική έρευνα, αναδεικνύει με συνέπεια τοπικά αρχεία, γράφεται κατά κανόνα από ιστορικούς, έχει κέντρο της τοπικούς ερευνητικούς θεσμούς και συχνά υποστηρίζεται από τοπικά κληροδοτήματα και ενίοτε (πριν την κρίση) από την τοπική αυτοδιοίκηση.
...Εκτός από λίγες εξαιρέσεις (ενδεικτικά: Επτάνησα και Κρήτη) η παλιά τοπική ιστορία ήταν προϊόν πολυμάθειας. Εκτεινόταν από την αρχαιότητα έως τη σύγχρονη εποχή, από ιστορία έως λαογραφία. Συνήθως εξειδίκευε το αφήγημα της εθνικής ιστορίας σε τοπικό επίπεδο. Βέβαια και η ιστοριοδιφία αναδεικνύει κάποτε σημαντικά ευρήματα.
Η σημερινή πάντως τοπική ιστορία, στις περισσότερες περιπτώσεις, παρουσιάζει μεγαλύτερη εξειδίκευση, βασίζεται κυρίως σε αρχειακή ή αρχαιολογική έρευνα, αναδεικνύει με συνέπεια τοπικά αρχεία, γράφεται κατά κανόνα από ιστορικούς, έχει κέντρο της τοπικούς ερευνητικούς θεσμούς και συχνά υποστηρίζεται από τοπικά κληροδοτήματα και ενίοτε (πριν την κρίση) από την τοπική αυτοδιοίκηση.
Εκείνο όμως που συνέβη είναι ότι μεταφέρθηκε σε τοπικό επίπεδο το παράδειγμα μιας ιστορίας που έδυε στο κεντρικό επίπεδο. Η σημερινή τοπική ιστορία γράφεται με όλους τους τεχνικούς κανόνες του επαγγέλματος, αλλά όχι με το πνεύμα της ιστορίας–πρόβλημα, της ιστορίας βασισμένης σε επιστημονικές υποθέσεις. Σε λίγες μόνο περιπτώσεις το τοπικό μπαίνει σε ένα ευρύτερο συγκριτικό πλαίσιο. Τα μεγάλα ρεύματα όπως η νέα κοινωνική ιστορία, η πολιτισμική ιστορία, η ιστορία του φύλου, η όσμωση με την κοινωνική ανθρωπολογία απουσιάζουν, ή με δυσκολία ανιχνεύονται στον όγκο της τεκμηρίωσης της ιστορίας της περιοχής η οποία αποτελεί τη βασική προτεραιότητα.
Ωστόσο στην εξέλιξη αυτή καταγράφεται και μια αντίρροπη τάση: Η «αποκεντροθέτηση» του ιστορικού βλέμματος. Απόπειρες διαφυγής από το βλέμμα της κεντρικής εξουσίας για να δούμε τα πράγματα μέσα από το τοπικό βλέμμα, μέσα από την τοπική τους πραγμάτωση, από τα κάτω. Η τάση αυτή υπήρξε ιδιαίτερα γόνιμη λ.χ. στη μελέτη της δεκαετίας 1940-50, και δημιουργεί ένα πεδίο επαλήθευσης κεντρικών υποθέσεων. Ωστόσο υπάρχει διαφορά ανάμεσα στην προσέγγιση της τοπικής ιστορίας ως αντικειμένου καθεαυτού και στην μελέτη της ως περίπτωσης για τη συγκρότηση και τον έλεγχο ευρύτερων υποθέσεων. Αυτή η διαφορά ορίζεται από την περίφημη φράση του Clifford Geertz ότι οι κοινωνικοί ανθρωπολόγοι δεν μελετούν τα χωριά, μελετούν σε χωριά.
Ωστόσο στην εξέλιξη αυτή καταγράφεται και μια αντίρροπη τάση: Η «αποκεντροθέτηση» του ιστορικού βλέμματος. Απόπειρες διαφυγής από το βλέμμα της κεντρικής εξουσίας για να δούμε τα πράγματα μέσα από το τοπικό βλέμμα, μέσα από την τοπική τους πραγμάτωση, από τα κάτω. Η τάση αυτή υπήρξε ιδιαίτερα γόνιμη λ.χ. στη μελέτη της δεκαετίας 1940-50, και δημιουργεί ένα πεδίο επαλήθευσης κεντρικών υποθέσεων. Ωστόσο υπάρχει διαφορά ανάμεσα στην προσέγγιση της τοπικής ιστορίας ως αντικειμένου καθεαυτού και στην μελέτη της ως περίπτωσης για τη συγκρότηση και τον έλεγχο ευρύτερων υποθέσεων. Αυτή η διαφορά ορίζεται από την περίφημη φράση του Clifford Geertz ότι οι κοινωνικοί ανθρωπολόγοι δεν μελετούν τα χωριά, μελετούν σε χωριά.
Ως εδώ θα λέγαμε βέβαια ότι η διαφορά βρίσκεται ανάμεσα στην «συνταγματική» και στην «παραδειγματική» γραφή της ιστορίας (οι όροι χρησιμοποιούνται με την σημειολογική τους σημασία). Η διαφορά αφορά την λεπτομέρεια και τη χρήση της. Στην μια περίπτωση η λεπτομέρεια είναι μεταβατική, αποκτά αξία από τα συμφραζόμενα και η ίδια εξυπηρετεί το συμπέρασμα. Στην άλλη η λεπτομέρεια αυτή καθεαυτή γίνεται αυτοτελές αντικείμενο. Υπάρχει όμως μια παράμετρος που συχνά δεν την συνειδητοποιούμε.
Η τοπική ιστορία δεν έχει μόνο γνωσιακό χαρακτήρα, δεν είναι μόνο γνώση χάρη της γνώσης. Έχει και συναισθηματικό χαρακτήρα. Αν η χρήση της τοπικής ιστορίας ως case study οδηγεί στην «παραδειγματική» γραφή της ιστορίας, στο «μελετούμε σε χωριά αλλά όχι τα χωριά», η συναισθηματική παράμετρος της τοπικής ιστορίας μας πάει στην αντίθετη κατεύθυνση: Μελετούμε όχι σε χωριά, αλλά αυτά καθαυτά τα χωριά. Το ενδιαφέρον μας συμπίπτει με το αντικείμενό μας.
Μαρδίτσα Ζούρα |
Η συναισθηματική παράμετρος της τοπικής ιστορίας αφορά τη νοσταλγία, που είναι σπουδαίο κίνητρο γνώσης, αλλά και την επανοικειοποίηση του τόπου μέσω της ιστορικοποίησής του. Σημαίνει επίσης την απόλαυση που προκαλεί η εννοημάτωση του τοπίου, η εξειδίκευση της ματιάς στο περιβάλλον. Ο χώρος αποκτά χρονικό βάθος και εδώ διαφέρει το βλέμμα του ενημερωμένου επισκέπτη από τον ανενημέρωτο. Διαφορετικά εκτιμά τον ίδιο του τον τόπο αυτός που βλέπει το ιστορικό του βάθος και τις μεταβολές που δέθηκαν με τη μοίρα των ανθρώπων, από εκείνους που το συρρικνώνουν σε real estate. Αλλά αυτή τη συναισθηματική παράμετρο δεν την συνειδητοποιούμε για να την αναγνωρίσουμε. Ενώ η τοπική ιστορία γράφεται και καλλιεργείται ως αντικείμενο απόλαυσης, εντούτοις υιοθετεί πρακτική και ύφος λογιοσύνης που εκ των πραγμάτων αφορούν περιορισμένο κοινό. Μιλά για οικεία πράγματα σε μια καθαρεύουσα που τα αποξενώνει. Λείπει η γέφυρα. Γίνονται συνέδρια τοπικής ιστορίας όπου οι άνθρωποι του τόπου απουσιάζουν ή αδιαφορούν. Έρχονται οι μελετητές από την Αθήνα και τα λένε μεταξύ τους. Ενδεχομένως και κάποια δυσπρόσιτη δημοσίευση. Πρόκειται για ιστορική πρακτική, άλλωστε τι είναι η ιστορία άλλο από μια κοινωνική πρακτική που σημαίνει περισσότερα από όσα λέγει;
Με βάση τα παραπάνω, το συμπόσιο που οργανώθηκε αυτό το καλοκαίρι στην Άνδρο, είχε πειραματικό χαρακτήρα. Αφορούσε τη βόρειο-δυτική Άνδρο, περιοχή ορεινή, αγροτική και ποιμενική, σε σχέση με την περισσότερο αστική και ναυτική νότιο-ανατολική Άνδρο στην οποία βρίσκεται και η Χώρα. Στο νησί δεν λείπουν οι πολιτισμικοί θεσμοί και τα αντίστοιχα γεγονότα. Λείπει όμως από τον πολιτισμικό χάρτη του νησιού η βόρεια Άνδρος. Βρίσκεται εκτός κανόνα ιστορίας του νησιού. Η ετερότητα τονίζεται και από την παράδοση ετερογλωσσίας. Ελληνόγλωσση και ευπορότερη η μεν, αρβανίτικη, υποτιμημένη και φτωχότερη η δε. Αυτή υπήρξε η άγνωστη Άνδρος, που έδωσε και τον τίτλο του συμποσίου.
Αυτή λοιπόν η άγνωστη Άνδρος, είναι, εν δυνάμει, ένα μουσείο αγροτικής εθνο-αρχαιολογίας. Μπορεί να δει κανείς μορφές αγροτικής τεχνολογίας, που από την Ευρώπη έχουν εξαφανισθεί εδώ και αιώνες, να βρίσκονται μεν σε ερειπωμένη κατάσταση, πλην με όρθιους τοίχους και αναγνωρίσιμα τα δομικά και λειτουργικά τους στοιχεία. Είναι ακόμη εμφανής στο έδαφος αλλά και στις νοοτροπίες και στις κοινωνικές δομές, η εμπειρία της αγροτικής ζωής, ο κόσμος που χάσαμε. Ζωντανός ως τα ’70, διασώθηκε λόγω καθυστερημένης άφιξης της «ανάπτυξης». Το ηλεκτρικό έφτασε το ’80, και ο τουρισμός, ελάχιστα έχει διεισδύσει. Αυτή την χαμένη εμπειρία θελήσαμε να βάλουμε στο επίκεντρο αυτού του συμποσίου, προπαντός με την συμμετοχή των κατοίκων, μόνιμων αλλά και εποχικών. Ένα παρόμοιο εγχείρημα όμως πρέπει να ξεπεράσει τη δυσπιστία και την επιφυλακτικότητα. Πρέπει, να απαλλαγείς από το διαφωτιστικό σύνδρομο και να γίνεις δεκτικός στην τοπική γνώση και στην επιτέλεσή της, και βεβαίως, στη συμμετοχή των ίδιων των κατοίκων. Και για τη συμμετοχή χρειάζονται γέφυρες. Και στις γέφυρες αυτές τα περάσματα είναι αμοιβαία.
Μέσα στο πνεύμα αυτό, το συμπόσιο δεν δρομολογήθηκε μόνο με τη συμμετοχή της κοινότητας, αλλά απέκτησε δράσεις που αφορούσαν την κοινότητα, που τις επιτέλεσε η ίδια. Το τριήμερο συμπόσιο πλαισιώθηκε από τρεις περιπάτους-ξεναγήσεις σε διαδρομές που περιλάμβαναν παλιά λιοτρίβεια (βίδες) και μελισσότοπους, και βέβαια στην καλά κρυμμένη κοιλάδα με τους νερόμυλους (το Φρούσι), μια βαθειά σκιερή, άγνωστη στους πολλούς, κοιλάδα όπου αναπτύχθηκε για αιώνες ένα χωριό μυλωνάδων. Η δραστηριοποίηση ομάδων που ανέλαβαν να ανοίξουν και να κάνουν βατά τα μονοπάτια, και η συμμετοχή των κατοίκων, ήταν απροσδόκητη. Οι περίπατοι πήραν ένα πανηγυρικό χαρακτήρα. Εκατοντάδες κόσμου, κάτοικοι και επισκέπτες. Εκείνο όμως που πυροδότησαν αυτές οι ξεναγήσεις ήταν μια συζήτηση στα χωριά της περιοχής για το παρελθόν. Τα «γκρεμίδια» αποκτούσαν νέα σημασία και γίνονταν εστίες μνήμης. Η κοινότητα μνήμης άρχισε να σαλεύει και να εκδηλώνεται. Οι παλιές εμπειρίες, διατυπωμένες μπροστά στο κοινό, γίνονταν πια ιστορίες που διάβαιναν το κατώφλι της δημόσιας έκθεσής τους. Με τον τρόπο αυτό θεματοποιούνταν και εγγράφονταν στο ρεπερτόριο των ιστοριών της περιοχής, γίνονταν στοιχεία της αίσθησης της παρελθοντικής εμπειρίας.
Δημήτρης Κυρτάτας- Αντώνης Λιάκος |
Μας εκπλήσσει σήμερα η διαφορετικότητα των ρυθμών και των θεσμών της αγροτικής ζωής, ακόμη και η ορολογία της (η νοριά και ο γκάρντης). «Ανιχνεύοντας αρχαιότητες» ήταν ο τίτλος του πρώτου πρωϊνού, με τις Χριστίνα Τελεβάντου και Ανθή Κουτσούκου, και σχολιασμό του Μιχάλη Τιβέριου. Σκοπός να δούμε την παρουσία των αρχαιοτήτων στον τωρινό χώρο, ως ιχνών μιας ζωής που καθοριζόταν από την μορφολογία του πεδίου και των διαδρομών των ανθρώπων. Η συνέχεια αφορούσε μια μεγάλη περίοδο η οποία περιλάμβανε την οχύρωση της περιοχής από τους Βενετούς επικυρίαρχους για τον έλεγχο της θαλάσσιας κίνησης ανάμεσα Άνδρο και Εύβοια (Νίκος Βασιλόπουλος), το κτηματολόγιο και τι μας λέει για την κοινωνική οργάνωση στα Οθωμανικά χρόνια (Ηλίας Κολοβός), οι μακροϊστορικές μεταβολές στο κλίμα, στη δημογραφία και στις καλλιέργειες (Μυρτώ Βέικου). Οι δυο συνεδριάσεις που ήταν αφιερωμένες στην ανδριώτικη Αρβανιτιά, είχαν εξάψει το ενδιαφέρον πριν αρχίσει το συνέδριο. Ο Γιάννης Βιταλιώτης ξεκαθάρισε το χάρτη των διαδρομών και τις χρονολογίες με τις οποίες οι Αρβανίτες εγκαταστάθηκαν στη νότια Ελλάδα. Στην Ανδρο προσκλήθηκαν από τις βενετικές αρχές πριν από τον 16ο αιώνα, από διαφορετικά μέρη σε κάθε μια από τις δυο κοιλάδες. Προγραμματισμένη εγκατάσταση μέσα στο γαιοκτητικό καθεστώς της περιοχής. Τις συνθήκες κάτω από τις οποίες εξαφανίζεται η γλώσσα, που δύσκολα υπακούουν σε κανονικότητες, ανέλαβε να εξηγήσει ο Λάμπρος Μπαλτσιώτης. Για έναν αρβανίτη λαϊκό γλύπτη του 1900, που έδωσε μορφές ομότροπες των μοντερνιστικών αναζητήσεων, ο Δημήτρης Παυλόπουλος.
Ειρήνη Τουντασάκη |
Τέλος η Ειρήνη Τουντασάκη αναφέρθηκε στην αρβανίτικη ταυτότητα στην Άνδρο τώρα, και κυρίως στο πρόβλημα της συνάντησης των Αρβανιτών με τους Αλβανούς μετανάστες της δεκαετίας του 90, η οποία προκάλεσε στην κοινότητα των Αρβανιτών, που ήδη υφίστατο κοινωνικές διακρίσεις, το φόβο μια νέας υποβάθμισης από τη συνάντησή της με μια ακόμη πιο υποβαθμισμένη ομάδα. Η συζήτηση για τους Αρβανίτες, ίσως η πρώτη δημόσια και ανοιχτή συζήτηση πάνω στο νησί, ήταν κάτι που συζητήθηκε πολύ πέραν του συνεδρίου.
Γιώργος Τσατίρης, Γρηγόρης Ψαλίδας , Αντώνης Λιάκος |
Η συνεδρία για τα χρόνια του πολέμου, (Γιώργος Τσατήρης και Γρηγόρης Ψαλίδας), έδωσε την ευκαιρία, σε ανθρώπους της περιοχής να μιλήσουν για την εμπειρία τους. Παρά τη συντηρητική, κατά πλειοψηφία, στάση των κατοίκων, το ΕΑΜ αποτέλεσε μια απάντηση στη διπλή κατάρρευση κράτους και συστήματος ανταλλαγών, οργανώνοντας τις τοπικές κοινότητες με πρωτόγνωρες, και ίσως μοναδικές έκτοτε εμπειρίες συμμετοχής. Από την άλλη, το νησί διήλθε την περίοδο χωρίς περισσή βία, κάτι που οφείλεται και στον προσωπικό χαρακτήρα του Ιταλού και του Γερμανού διοικητή, αλλά και στην αυτοσυγκράτηση της εαμικής ηγεσίας που πρόταξε μια ενωτική νησιωτική ταυτότητα έναντι της κομματικής.
Νίκος Βασιλόπουλος |
Στις νησιωτικές κοινότητες, επειδή η ανεξέλεγκτη βία έχει συγκριτικά με άλλες αστικές ή αγροτικές κοινότητες πολύ καταστροφικότερα αποτελέσματα, το ενδεχόμενο αυτό λειτουργεί ως αυτοπεριορισμός. Στη συνέχεια, ο Ηλίας Νικολακόπουλος έδειξε την πρόσφατη κατάρρευση του πολιτικού συστήματος σε τοπικό επίπεδο. Στην Άνδρο η συντριπτικά πλειοψηφική συντηρητική παράταξη τριχοτομήθηκε σε ΝΔ, Ανεξάρτητους Έλληνες και Χρυσή Αυγή, η οποία αναδείχθηκε πρώτο κόμμα με 24%, στον πιο ανεπτυγμένο τουριστικό θύλακα του νησιού. Ποιες ήταν οι αιτίες; Αλλαγή νοοτροπιών από την ξαφνική ευημερία μιας περιοχής που πριν τριάντα χρόνια ήταν από τις πιο υποβαθμισμένες αρβανίτικες περιοχές, και στη συνέχεια απότομη πτώση.; Η παρουσία των Αλβανών μεταναστών-οικοδόμων σε μια εποχή που οι οικοδομικές εργασίες σταμάτησαν; Η συνάντηση ανάμεσα στην αρβανίτικη ταυτότητα και τους Αλβανούς μετανάστες; Πώς μεταλλάσσεται το συντηρητικό σε ριζοσπαστικό αντιδραστικό;
Το τελευταίο απογευματινό «Η ιστορία είναι δίπλα μας», συζητήθηκε η πολιτισμική σημασία των μονοπατιών και των παραδοσιακών δρόμων που καταστρέφονται και χάνονται από το σύγχρονο οδικό δίκτυο, αλλά και η ανάγκη διάσωσης της κοιλάδας με τους 15 νερόμυλους από την πλήρη καταστροφή και την μετατροπή της σε ανοιχτό μουσείο (Γιάννης Τριδήμας). Οι συναντήσεις έκλεισαν με δυο βιντεοσκοπημένες και σχολιασμένες από τη Μυρσίνη Ζορμπά, μαρτυρίες. Μια γερόντισσα και ένας γέροντας ξεδίπλωσαν τη ζωή τους, από τα χρόνια του Μεσοπολέμου. Οι κάτοικοι των γύρω χωριών είχαν έρθει με τα παιδιά τους. Οι μαρτυρίες αυτές, περισσότερο και από υλικό γνώσης ήταν ένα εργαστήρι στο οποίο το οικείο, το ανάξιο λόγου, η μαρτυρία που μένει αυστηρά στο οικογενειακό πλαίσιο, αποκτά αξία για τους έξω, γίνεται συγκρίσιμη, θεματοποιεί και σπονδυλώνει την εμπειρία του παρελθόντος.
Η γενική εκτίμηση είναι ότι το εγχείρημα ανταποκρίθηκε με το πάρα πάνω στις προδιαγραφές και στις επαγγελίες του. Όπως έχει δείξει και ένα άλλο εγχείρημα, η προφορική ιστορία στην Κυψέλη, υπάρχει μια στροφή σε μια νέα τοπικότητα, ίσως και ως αποτέλεσμα της κρίσης. Περιλαμβάνει μια επαναπροσέγγιση του βιώματος πέρα από τους κυρίαρχους κανονιστικούς λόγους που αποικιοποιούν το δημόσιο χώρο, ίσως και ως έμπρακτη αντίθεση σ’ αυτούς. Το τοπικό, το από κάτω, το βίωμα, αναζητούν τα δικαιώματά τους. Πρόκειται για μια αναζήτηση αυτοπεποίθησης σε μια εποχή που έχουμε κηρυχτεί προβληματικό έθνος.
Σε μια γοητευτική ανακοίνωση, ο Λεωνίδας Εμπειρίκος, συνδυάζοντας την ιχνηλασία των γλωσσικών αποτυπωμάτων με την ψυχαναλυτική προσέγγιση, μίλησε για τις ονομασίες του φουρνού (ή μπ’ρτικόσα ή μ’τρμάμα), αλλά και για τις διαδρομές των μυθικών ιστοριών που συνδέονται με αυτό το ζώο. Η εκκίνησή του με Gilles Deleuze γεφύρωσε στο κείμενό του το λαϊκό στοιχείο με τη διανοητική εκλέπτυνση, το προμοντέρνο με το μεταμοντέρνο. Μια μετωνυμία της γέφυρας που δοκίμασε να στήσει αυτή η πρωτοβουλία.
Λεωνίδας Εμπειρίκος |
1 σχόλιο:
Συγχαρητήρια για την εκτεταμένη αναφορά σας στο συνέδριο. Μπράβο σας.
Σας ευχαριστούμε
Δημοσίευση σχολίου